Πες μου ποιος ειναι θανατος γιατι εγω νομιζω
πως το ποθαινω διαφορα δεν εχει απ'το χωριζω
Ρωτώ τ' αστέρια τ' ουρανού αν ζει κι αν τη θωρούνε
ευτυχισμένη αν επερνά στα ξένα χέρια που 'ναι
Εμείς κι άμα τελειώσαμε τίποτα δεν περνάει,
Βρέχουν τα δάκρυα την πληγή κι εκείνη με πονάει
Γίναν τα δάκρυα φωτιά και καίνε τη μορφή σου
στις στάχτες μέσα να χαθεί η κάθε θύμησή σου.
Τώρα που πήρα απόφαση άντε να σταματήσω,
με μαντινάδες και ρακή το πόνο μου θα σβήσω.
Παρέα έχω τη ρακή και πίνω απ'το μπουκάλι,
ο χωρισμός με έφερε σ'αυτο εδώ το χάλι.
Έναν καιρό 'μαστε κι οι δυο τσ' ίδιας βροχής σταγόνες,
κύματα τσ 'ίδιας θάλασσας, μιας εκκλησιάς εικόνες.
Ώρα που ο ήλιος ξεψυχά ο πόνος μου γεννιέται
γιατί η μορφή σου μες του νου τσ' αυλές περιπλανιέται.